Η σπερματέγχυση αποτελεί μια μέθοδο υποβοηθούμενης αναπαραγωγής η οποία χαρακτηρίζεται από την απλότητα και την αποτελεσματικότητά της. Πρόκειται για μια ελάχιστα επεμβατική διαδικασία που δίνει στα ζευγάρια την ευκαιρία να επιτύχουν σύλληψη χωρίς τις πιο πολύπλοκες και ακριβές τεχνικές όπως η εξωσωματική γονιμοποίηση (IVF).
Η σπερματέγχυση συνίσταται στην εισαγωγή βελτιστοποιημένου σπέρματος απευθείας στη μήτρα της γυναίκας όταν έχει ωορρηξία. Αρχικά, το σπέρμα υποβάλλεται σε καθαρισμό και βελτιώνεται η κινητικότητα και η συγκέντρωσή του μέσω ειδικών τεχνικών και υγρών. Στη συνέχεια, με έναν πολύ λεπτό καθετήρα, τοποθετείται στη μήτρα της γυναίκας με στόχο να φτάσει στις σάλπιγγες και να γονιμοποιήσει το ωάριο.
Η ενδομήτρια σπερματέγχυση αποτελεί συχνά την πρώτη επιλογή πριν την προσφυγή σε πιο σύνθετες τεχνικές, όπως η εξωσωματική γονιμοποίηση. Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένες προϋποθέσεις για την επιτυχή εφαρμογή της. Οι γυναίκες που επιλέγουν αυτή τη μέθοδο πρέπει να:
Όταν η κινητικότητα των σπερματοζωαρίων είναι ελαφρά μειωμένη, η διαδικασία αυτή μπορεί να βοηθήσει στην βελτίωση των συνθηκών ώστε τα σπερματοζωάρια να φτάσουν στις σάλπιγγες και να γονιμοποιήσουν το ωάριο. Επίσης, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε περιπτώσεις γυναικείας υπογονιμότητας, ιδιαίτερα όταν η γυναίκα έχει ανωρρηκτικούς κύκλους ή προβλήματα με την ωορρηξία.
Σε περιπτώσεις που το σπέρμα του άνδρα δεν παράγει σπερματοζωάρια (αζωοσπερμία) ή η γυναίκα δεν έχει σύντροφο, χρησιμοποιείται σπέρμα δότη.
Η σπερματέγχυση δεν ενδείκνυται σε όλες τις περιπτώσεις. Οι γυναίκες άνω των 38 ετών ή εκείνες που αντιμετωπίζουν σοβαρές ορμονικές διαταραχές δεν θεωρούνται καλές υποψήφιες για αυτή τη μέθοδο. Παράλληλα, γυναίκες με ενδομητρίωση ή άνδρες με χαμηλά επίπεδα σπέρματος (κάτω από 15 εκατομμύρια σπερματοζωάρια/ ml) θα πρέπει να στραφούν σε άλλες μεθόδους.
Η διαδικασία της σπερματέγχυσης είναι απλή και ανώδυνη. Συνήθως, η γυναίκα υποβάλλεται σε παρακολούθηση του κύκλου της με ειδική φαρμακευτική αγωγή για την πρόκληση ωορρηξίας. Ο άνδρας δίνει δείγμα σπέρματος, το οποίο καθαρίζεται και υποβάλλεται σε ειδική επεξεργασία. Στη συνέχεια, με τη βοήθεια ενός πολύ λεπτού καθετήρα, το σπέρμα τοποθετείται απευθείας στη μήτρα της γυναίκας.
Η διαδικασία διαρκεί μόνο λίγα λεπτά και δεν προκαλεί ιδιαίτερη δυσφορία. Μόλις ολοκληρωθεί, τα σπερματοζωάρια ακολουθούν τη φυσική τους πορεία προς τις σάλπιγγες, όπου υπάρχει η πιθανότητα να γονιμοποιήσουν το ωάριο και να επιτευχθεί εγκυμοσύνη.
Η επιλογή μεταξύ σπερματέγχυσης και εξωσωματικής γονιμοποίησης εξαρτάται από το προφίλ κάθε ζευγαριού. Η σπερματέγχυση συχνά θεωρείται η πρώτη θεραπευτική επιλογή, καθώς είναι λιγότερο επεμβατική και πιο οικονομική. Ωστόσο, η επιτυχία της εξαρτάται από πολλούς παράγοντες όπως:
Υπάρχουν ζευγάρια που δεν κατάφεραν να τεκνοποιήσουν μέσω της σπερματέγχυσης αλλά πέτυχαν με τη μέθοδο της εξωσωματικής και το αντίστροφο. Γι’ αυτό, κάθε ζευγάρι πρέπει να επιλέγει τη μέθοδο που ταιριάζει καλύτερα στις δικές τους ανάγκες.
Τα ποσοστά επιτυχίας της σπερματέγχυσης, δεν ξεπερνούν το 18%, δεν είναι δηλαδή τόσο υψηλά όσο αυτά της εξωσωματικής γονιμοποίησης. Ωστόσο, σε περιπτώσεις που οι προϋποθέσεις είναι κατάλληλες, η μέθοδος μπορεί να προσφέρει ικανοποιητικά αποτελέσματα. Παρά το γεγονός ότι τα ποσοστά επιτυχίας μπορεί να είναι χαμηλότερα, η σπερματέγχυση προσφέρει μια πιο φυσική και λιγότερο επεμβατική προσέγγιση στην τεκνοποίηση.
Επιπλέον, το κόστος της είναι σημαντικά χαμηλότερο από αυτό της εξωσωματικής γονιμοποίησης, καθιστώντας την μια πιο προσιτή επιλογή για πολλά ζευγάρια.
Επικοινωνήστε με τον Δρ. Χάρη Χηνιάδη για να προγραμματίσετε το δικό σας διαγνωστικό ραντεβού, ώστε να αναζητήσετε από κοινού τη μέθοδο υποβοηθούμενης αναπαραγωγής που είναι καταλληλότερη για εσάς.